VIP
Πάνω στο κατάστρωμα του βαποριού, παντού, φίρδην μίγδην τυλιγμένα τα κορμιά στις κουβέρτες, ξεπαγιάζουν μέσα στον υγρό και κρύο άνεμο που φυσάει τώρα και τόσες ώρες.
Πίσω, λάμπες αιωρούνται μέσα στη νύχτα σαν τρελά λαμπιόνια, φώτα μιας περασμένης κιόλας γιορτής που οι συνδαιτυμόνες της κυλίστηκαν καταγής. Εδώ όμως έχουν μεθύσει από αέρα, κρύο και σκαμπανέβασμα. Κάτω από μερικά κορμιά, κιλίμια, ψαθιά. Στο πλάι πανέρια, βαλίτσες, στρώματα, κλουβιά με πουλιά, χωρίς τα οποία κανένας Έλληνας φαίνεται να μην μπορεί να ταξιδέψει. Όταν πρόκειται να περάσουν αρκετές ώρες πάνω σε μια κουβέρτα, όλο το πρόβλημα είναι να εξασφαλιστεί εξαρχής, από τον Περέα, μια θέση όπου να ξαπλωθεί η κουβέρτα τους ή να ακουμπήσουν την τσάντα τους. Να σημαδέψουνε δηλαδή το χώρο τους όπως το κάνουν τα ζώα. Επίσης θα πρέπει να μπορούν να διαλέξουν τις καλύτερες θέσεις, πράγμα που προϋποθέτει πείρα, ψυχραιμία, ταχύτητα. Πρώτον και κυριοτέρον να επισημάνουν από ποιά μεριά θα φυσάει ο άνεμος, από ποιά μεριά θα πιάνει το κύμα και οι σπηλιάδες. Κατόπιν, να αποφύγουνε τις καπνιές της τσιμινιέρας. Τέλος, ει δυνατόν, να διαλέξουν ένα σκεπό μέρος, με την πλάτη σε κάποια καμπίνα ή σε κάποια ναυαγοσωστική λέμβο, για να μην τους κουβαλάνε και τους σκουντουφλάνε όλη τη νύχτα…
Απόσπασμα από το βιβλίο “Το Ελληνικό Καλοκαίρι” του γάλλου συγγραφέα και ταξιδευτή Jacques Lacarrière. Εκδόσεις Χατζηνικολή. 1980.
Διαβάστε περισσότερα
Sur le pont du bateau, partout, des corps pêle-mêle, enroulés dans des couvertures, grelottant sous le vent humide et froid qui souffle depuis des heures.
Sur la plage arrière, des lampes oscillent dans la nuit comme des lampions fous, les lumières d‘une fête passée dont les convives auraient roulé à terre. Mais ici ils sont ivres de vent, de froid et de tangage. Sous certains corps des tapis, des nattes. A côté, les paniers, les valises, les matelas, les cages à oiseaux, les réchauds sans lesquels aucun Grec ne semble pouvoir voyager. Lorsqu’on doit séjourner longtemps sur un pont, tout le problème est de repérer d’emblée, dès Le Pirée, une place où étendre son sac et sa couverture. De marquer en somme son territoire à la façon d’un animal. Encore faut-il pourvoir choisir les meilleures places, ce qui exige, expérience, sang-froid, vélocité. Repérer d’abord et avant tout d’où le vent soufflera, de quel côté le navire risque d’embarquer les embruns ou les vagues. Ensuite, éviter les fumées rabattantes de la cheminée. Enfin choisir si possible un lieu bien abrité, adossé à quelque cabine ou quelque barque de sauvetage, pour éviter d’être enjambé et bousculé toute la nuit.
Jacques Lacarrière. 1980
Read more